Ιούνιος 2002
Η Νάντια Σερεμετάκη είναι εγγονή του Θεόδωρου Γ. Σερεμετάκη από τη Μέσα Μάνη, ο οποίος διετέλεσε καθηγητής και Διευθυντής της Εμπορικής Σχολής Καλαμάτας επί χρόνια, και κόρη του Παναγιώτη Σερεμετάκη και της Σοφίας Β. Κωνσταντινέα από το Αρχοντικό Αβίας. Σπούδασε στην Αθήνα και την Νέα Υόρκη, οπού στη συνέχεια δίδαξε σε προ- και μεταπτυχιακές Σχολές Πολιτισμικής Ανθρωπολογίας – Εθνολογίας, θεατρολογίας, Ελληνικών Σπουδών, Κοινωνικών Επιστημών και Γυναικείων Σπουδών, διακεκριμένων πανεπιστημίων. Πραγματοποίησε πολύχρονες επιτόπιες έρευνες και συγκριτικές έρευνες σε χώρες όπως Ελλάδα, Αμερική, Μεξικό, Αλβανία, Ιρλανδία, κ.α. και διετέλεσε Σύμβουλος σε Υπουργεία, Διεθνείς Οργανισμούς, και τοπικούς φορείς. Γνωστή συγγραφέας επιστημονικών βιβλίων και άρθρων, αλλά και ποίησης, που κυκλοφορούν στην Ελλάδα και το εξωτερικό από έγκυρους εκδοτικούς οίκους, το 2002 είναι προσκεκλημένη ως Διεθνής επισκ. Καθηγήτρια στη Σχολή Πολιτισμού και Επικοινωνίας του Παν/μίου της Νέας Υόρκης.
– Πληροφορείστε μας για τις μανιάτικες ρίζες σας και γενικότερα για τις σχέσεις και τους δεσμούς σας με την Αβία και την ευρύτερη περιοχή. Αναφερθείτε στις σπουδές, την οικογένειά σας και την επαγγελματική και ακαδημαϊκή σας δραστηριότητα στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
– Η οικογένεια μου είναι ένα κράμα ΜεσοΜανιατών αφενός και ΕξωΜανιατών και Μεσσηνίων αφετέρου. Άλλοι ζούσαν και ζουν στον τόπο καταγωγής τους, άλλοι στην Αθήνα και τον Πειραιά, άλλοι στο εξωτερικό. Έμαθα από νωρίς λοιπόν να διασχίζω σύνορα… , σύνορα γλωσσικά, οικολογικά, πολιτισμικά, οικονομικά.
Αυτό το προσόν με το οποίο με προίκισαν οι ρίζες μου αναδείχθηκε και αναπτύχθηκε βέβαια με μακρόχρονη επιστημονική σπουδή και κατάρτιση που ακολούθησε, κυρίως στη Νέα Υόρκη, όπου απέκτησα τρία μεταπτυχιακά διπλώματα στις κοινωνικές και ανθρωπιστικές επιστήμες, με διδακτορικό στην πολιτισμική ανθρωπολογία – εθνολογία, κατάρτιση στις μεθόδους κοινωνικής, ιστορικής και ανθρωπολογικής έρευνας, καλή γνώση ξένων γλωσσών, υπολογιστών, κ.α.
Το αποτέλεσμα; Η έκδοση βιβλίων και άρθρων σε διεθνείς ακαδημαϊκούς εκδοτικούς οργανισμούς και επιστημονικά περιοδικά αλλά και εφημερίδες, γραμμένα σε δύο ηπείρους, σε δύο γλώσσες (αγγλική και ελληνική). Το πρώτο μου βιβλίο για παράδειγμα. με τίτλο «Ή ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΛΕΞΗ στης Ευρώπης τα Άκρα – Δι Αίσθηση, θάνατος. Γυναίκες», βασισμένο σε πολύχρονη έρευνα, αφορά τη Μέσα Μάνη. Το δεύτερο, με τίτλο «ΠΑΛΙΝΝΟΣΤΗΣΗ ΑΙΣΘΗΣΕΩΝ» έλκει το περιεχόμενό του από την Έξω Μάνη (Αβία και Περιβόλα Σπανέα).
Ένας από τους στόχους και των δύο βιβλίων που εκδόθηκαν, κυκλοφορούν και διδάσκονται τόσο στο εξωτερικό (από το 1991) όσο και στην Ελλάδα (από το 1994), ήταν να φέρουν τους τόπους μας σε ισότιμο διάλογο με άλλους ξένους τόπους και πολιτισμούς. Στόχος που πέτυχε και συνεχίζει…
Τα βιβλία και τα άρθρα ωστόσο είναι ένα μόνο μέρος από μια πολύπλευρη επιστημονική – επαγγελματική δραστηριότητα μιας περίπου εικοσαετίας, που περιλαμβάνει επίσης πανεπιστημιακή και εξω-πανεπιστημιακή διδασκαλία, οργάνωση διεθνών συνεδρίων, πραγματοποίηση ομιλιών, όλα πάντα κατόπιν προσκλήσεως από τους ενδιαφερόμενους φορείς. Ένα παράδειγμα είναι το διεπιστημονικό συμπόσιο με τίτλο «Ελληνίδες και ΕλληνοΑμερικανίδες στη Φωνή και στο Κείμενο.» που πραγματοποίησα στο Ωνάσειο Κέντρο Ελληνικών Σπουδών στη Νέα Υόρκη. Στόχος του συμποσίου, μεταξύ άλλων, ήταν να γεφυρώσει το χάσμα μεταξύ επιστημονικής – πανεπιστημιακής έρευνας και των αναγκών της Ελληνοαμερικανικής Διασποράς στη Νέα Υόρκη.
– Είναι γνωστό ότι στο λεκανοπέδιο Αττικής κατοικεί και δραστηριοποιείται πυκνή μανιάτικη διασπορά, της οποίας βέβαια είσθε και σεις μέλος. Ποιες οι σχέσεις και οι δεσμοί μ’ αυτούς τους συμπατριώτες μας;
Με δεδομένη την άποψη ότι υπάρχει συνεκτικότητα μεταξύ των Μανιατών του λεκανοπεδίου, ιδίως με πόλο αναφοράς τις κατά περίπτωση περιοχές καταγωγής, πως νομίζετε ότι μπορεί αυτή συνεκτικότητα να ενισχυθεί;
Οι Μανιάτες που κατοικούν στις πατρογονικές εστίες έχουν ανάγκη υποστήριξης από τους διακεκριμένους συμπατριώτες, για να μπορέσουν να προωθήσουν αναπτυξιακούς (υλικούς και άυλους) στόχους της περιοχής. Μπορούν να θεωρούν δεδομένη τη συμβολή σας σ’ αυτή την προσπάθεια; Πως νομίζετε ότι μπορεί να εκφραστεί αυτή η συμβολή;
– Στην Ελλάδα, όταν αφιέρωσα τρία χρόνια στη Μεσσηνία για να δημιουργηθεί ένας Τομέας Λόγου, στράφηκα, μεταξύ άλλων, στη δημόσια ιστορία της Καλαμάτας. Κατάρτισα ένα συμμετοχικό πρόγραμμα το οποίο αν (ξανα)κοιτάξετε σήμερα θα δείτε ότι κάτι αντίστοιχο χρειάζεται η Μανιάτικη διασπορά της Αττικής. Σαν υπόδειγμα, θεωρητικό και μεθοδολογικό, μην ξεχνάτε ότι το πρόσεξε τότε και το Φεστιβάλ Βιέννης 2000, και όχι μόνο.
Κάποτε δε σε ομιλία μου στο συνέδριο των αποδήμων Μεσσηνίων, προσκεκλημένη τότε από τον Παν. Φωτέα, ανέλυσα τους λόγους για τους οποίους «η ίδια δυναμική», δηλαδή η παρουσίαση της ιδιωτικής μνήμης σαν δημόσια ιστορία με τη συμμετοχή πολιτών (πράγμα που αποτελεί εκδημοκρατισμό της δημόσιας μνήμης) και η κατασκευή ενός μουσείου σε δράση σαν μια διαδικασία (εκ)πολιτισμού μπορεί και πρέπει να εφαρμοστεί σε μελλοντική εκδήλωση για την Μεσσηνιακή Διασπορά, η ιστορία της οποίας δεν έχει ακόμη γραφτεί. Κι εδώ αναφέρομαι στη μικρο-ιστορία της Διασποράς, αυτή που συλλαμβάνει την ιδιωτική εμπειρία όσο και τα δημόσια αρχεία.
Η Μάνη έχει μια μοναδική οικολογική, αρχαιολογική, αρχιτεκτονική, εθνογραφική και πολιτική ιστορία που προσφέρεται για προγραμματισμό εκδηλώσεων και παραστάσεων δημόσιας ιστορίας. Η δε ανάδειξη της ιστορίας συνδέεται άμεσα με την τουριστική ανάπτυξη στη Μάνη. Αυτό που θα πρέπει να απασχολήσει πολύ όλους μας είναι ο κίνδυνος να χάσει η Μάνη σημαντικές ιστορικές περιοχές ή να μετατραπεί η ίδιο σε απολιθωμένο ανοιχτό μουσείο.
Είναι επιτακτική η ανάγκη να αναπτυχθεί ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα που να συνδέει την ιστορική διατήρηση της αρχιτεκτονικής της, των οικισμών της, των αγροτικών πρακτικών, του τουρισμού και της πολιτισμικής της ιδιαιτερότητας. Άμεσα θα ήταν χρήσιμο ένα πολυεπίπεδο, διεπιστημονικό συνέδριο με τη συμμετοχή επιχειρηματιών από τη Διασπορά, πανεπιστημιακών, ειδικών σε θέματα πολιτισμού και παιδείας, περιφερειακών Αρχών, και οικονομολόγων να συζητήσουν σοβαρά και πρακτικά το θέμα. Ένα συνέδριο που η πρωτοτυπία του όσο και η καλή του παρουσίαση-οργάνωση θα του επιτρέψει να «ακουστεί» πέρα από τα σύνορα της περιφέρειας.
Τα παραπάνω σκιαγραφούν αμυδρά την συμβολή μου στον τόπο μας εντός και εκτός συνόρων του, από παλιά ως σήμερα. Η ερώτηση λοιπόν «εάν η συμβολή μου μπορεί να θεωρείται δεδομένη για τους αναπτυξιακούς στόχους του τόπου μας» είναι μάλλον «άτοπη» στη δική μου περίπτωση…
– Τελευταία έχει ανοίξει μια συζήτηση για τις «οφειλές» του νεοελληνικού κράτους στους Μανιάτες, λόγω της μεγάλης συμβολής των προγόνων μας στην έναρξη της επανάστασης του 1821, την αθρόα συμμετοχή πολεμιστών και την μοναδική απόκρουση των επιθέσεων του Ιμπραήμ από τους Μανιάτες. Συμφωνείτε και αν ναι πως θεωρείτε ότι θα πρέπει να αναγνωριστεί αυτή η προσφορά;
– Οι «οφειλές» του νεοελληνικού κράτους στους Μανιάτες είναι πολλές. Νομίζω πως τόσο η ομιλία μου στο Γύθειο με τίτλο «Η Ποιητική του Διαλόγου: Συμβολές της Μάνης στη Σύγχρονη Ευρώπη», προσκεκλημένη του ΕΟΤ, της Νομαρχιακής Αυτοδ. Λακωνίας και του Δήμου Γυθείου το 2000, όσο και ο πανηγυρικός λόγος στο Δυρό, προσκεκλημένη από τον Δήμο Οιτύλου Μανής και την Νομαρχιακή Αυτοδ. Λακωνίας, ως πρώτη γυναίκα πανηγυρικός ομιλητής για την ιστορική επέτειο της μάχης του Δυρού κατά του Ιμπραήμ, εδρέωναν ακριβώς αυτή την εκδοχή. Δεν είναι τυχαίο πως οι εκπαιδευτικοί της Λακωνίας που ήταν παρόντες ζήτησαν να ακολουθήσουν συμπληρωματικές ομιλίες και συναντήσεις σε μορφή σεμιναρίου. (Μα και η συρροή των δασκάλων και καθηγητών της Μεσσηνίας στο πρόγραμμα που παρουσιάστηκε ενωρίτερα στη Καλαμάτα παραπέμπει στο ίδιο μήνυμα). Ομιλίες και εκδηλώσεις μεμονωμένες και διάσπαρτες δεν επιτυγχάνουν πολλά. Αντίθετα, πολλές φορές βλάπτουν καθώς η προσφορά πληθώρας πολιτιστικών και ιστορικών εκδηλώσεων οδηγεί τον κόσμο σε αδιαφορία.
Η γνώση και ο (εκ)πολιτισμός δεν επιτυγχάνεται με έναν αυθαίρετο βομβαρδισμό πληροφοριών. Η πληροφορία για να μετατραπεί σε γνώση χρειάζεται συντονισμένο, ολοκληρωμένο προγραμματισμό που να πηγάζει από τις ανάγκες του συγκεκριμένου τόπου. Οτιδήποτε άλλο, εξυπηρετεί απλά κάποιο μικρό φορέα, ή μικρή ομάδα ανθρώπων και σαφώς μένει εγκλωβισμένο στο περιθώριο.